«απεβίωσε ... συνεπεία μαρασμού...»,
γράφει η ιατρική πιστοποίηση του θανάτου του.*
γράφει η ιατρική πιστοποίηση του θανάτου του.*
Ο Μοσκώβ-Σελήμ είναι το τελευταίο διήγημα τού Βιζυηνού και δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Εστία από τις 28 Απριλίου έως τις 16 Μαΐου 1895, τρία χρόνια μετά τον εγκλεισμό του στο Δρομοκαΐτειο. [...]
Πρέπει να σημειωθεί ότι η εντυπωσιακή μεταστροφή τής κριτικής από τη σχεδόν απόλυτη σιωπή των ετών 1883-1892 στα διθυραμβικά σχόλια των ετών 1892-1897, δηλαδή τής περιόδου εγκλεισμού τού Βιζυηνού στο Δρομοκαΐτειο και των πρώτων μηνών μετά το θάνατό του, αποτελεί ίδιον μιας κοινότητας που αισθάνεται τύψεις και δεν δηλώνει διαφορετική αποτίμηση. [...]
Από τον Μάρτιο του 1884, μετά τον θάνατο του Γ. Ζαρίφη, μέχρι τον εγκλεισμό του στο άσυλο, τον Απρίλιο του 1882, ο Βιζυηνός έζησε στην Αθήνα και δημοσίευσε ένα μόνο διήγημα, το πέμπτο κατά σειράν, το 1884. Η σιωπή του ως πεζογράφου συνδέεται με τη σιωπή των αθηναϊκών κύκλων για το έργο του και την απογοήτευση του Βιζυηνού γι' αυτήν την σιωπή.
Στο διάστημα αυτό όμως δημοσίευσε ποιήματα, δοκίμια, φιλοσοφικά δοκίμια και παιδική λογοτεχνία. Έγραψε και το διήγημα Ο Μοσκώβ-Σελήμ, χωρίς ποτέ ν' αναφερθεί σε αυτό. [...]
Αν λάβει κανείς υπ' όψιν τις προσδοκίες τού ελληνικού έθνους στο τέλος του 19ου αιώνα, είναι δήλον μάλλον παρά άδηλον το γιατί ο Βιζυηνός απέκρυπτε ένα διήγημα που είχε ως κεντρικό θέμα την αλλοτριωση που αισθάνεται ο χαρακτήρας έναντι των παραδοσιακών αξιών της κοινωνίας του. Ο Μοσκώβ-Σελήμ έχει ένα θέμα τόσο κοντινό στα προσωπικά αισθήματα τού συγγραφέα και στην προσωπική του κατάσταση (αποβολή από την κοινωνία, μελαγχολία, μαρασμός) που είναι απορίας άξιον πώς δεν αιτιολογήθηκε η απόκρυψη τού διηγήματος με βάση τη συνάφεια των γραφομένων προς τα βιούμενα: η αυτοβιογραφία έχει τα όριά της.
Βέβαια στο διήγημα παρατηρείται ένα παράδοξο. Αφ' ενός είναι το πιο καλά διαρθρωμένο από τα έξι διηγήματα του Βιζυηνού και διαλέγεται με τα ψυχολογικά, ρεαλιστικά ή νατουραλιστικά, ευρωπαϊκά κείμενα, αφ' ετέρου η ιστορία που αφηγείται είναι προσωπική και προφητική σε τέτοιο βαθμό που ο συγγραφέας απέφυγε να την δημοσιεύσει. [...]
Εξάλλου, η ζωή και ο θάνατος τού συγγραφέα, μετά τη συγγραφή τού διηγήματος, ενισχύουν την αναφορική του διάσταση.
*
Το 1875, όταν επαναστατεί πάλι η Ερζεγοβίνη και εμπλέκονται στον πόλεμο η Σερβία, η Βουλγαρία και, τέλος η Ρωσία (1877-78), ο Σελήμ, παρά τα σαράντα του χρόνια, κατατάσσεται στον στρατό τού Σουλτάνου, πολεμάει στη Σερβία και, τέλος, στη μάχη τής Πλεύνας, όπου αιχμαλωτίζεται από τους Ρώσους, μαζί με σαράντα χιλιάδες Οθωμανούς. [...]
[...] αγάπησε και μια Ρωσίδα, την «εύμορφη Παυλόφσκα». Ο διπλός έρως μετέβαλε κάθε πίστη: προς τον Σουλτάνο, προς τον Αλλάχ και προς την οικογένειά του. Το κείμενο κινούμενο στο χώρο τού φανταστικού, αφού αυτός είναι ο χώρος τού κάθε έρωτα, φανταστικά λύνει τα ιστορικά προβλήματα και παρέχει την απαραίτητη ερμηνεία τής μεταβολής των συναισθημάτων.
Η προσωπική ιστορία υπερισχύει τής «Ιστορίας», τουλάχιστον για όσον καιρό διαρκεί η μετάβαση στη Ρωσία και η μεταβίβαση των συναισθημάτων. Όταν τελειώνει η αιχμαλωσία και ο Σελήμ επιστρέφει στη χώρα του, επιστρέφει και η αφήγηση στην ιστορική «αλήθεια» [...].
Υπάρχει όμως μια ακόμα εγγραφή: το αστείο, που υπονομεύει το διαχωρισμό φανταστικού και πραγματικού και οδηγεί στο θάνατο. Επιστρέφοντας από την Κωνσταντινούπολη ο αφηγητής μαθαίνει ότι ο Σελήμ υπέστη προσβολή ημιπληγίας, επειδή κάποιοι τού είπαν στ' αστεία ότι οι Ρώσοι ήρθαν πάλι, μετά το βουλγαρικό πραξικόπημα τού 1886. Κατά τον γιατρό, η προσβολή οφείλετο στην «υπερβολικήν χαράν του».
Ο αφηγητής επισκέπτεται για τρίτη φορά τον Σελήμ και διαπιστώνει ότι η προσβολή οφείλετο στη λύπη του για τα φιλορωσικά του συναισθήματα. Όταν δε τον πληροφορούν ότι οι Ρώσοι δεν έχουν εισβάλει στη Θράκη τότε παθαίνει δεύτερη προσβολή και πεθαίνει, από τη χαρά του αυτή τη φορά, όπως αποφαίνεται ο γιατρός. Χαρά ή λύπη; Το ερώτημα παραμένει αναπάντητο, χάρη στο θάνατο τού μυθιστορηματικού ήρωα. Η προσωπική ιστορία δεν μπορεί πια να διαφοροποιηθεί από την Ιστορία και ο αφηγητής σφραγίζει το νόημα με την τελική του δήλωση ότι «ο Τούρκος έμεινε Τούρκος».
Η αμφισημία τού κειμένου λήγει με την μονοσημία τού τέλους του
και η πολύσημη γλώσσα υποκαθίσταται από την άσημη σιωπή.
Όσο για την ιστορία τού Σελήμ, αυτή συμπεριλαμβάνει
όλες τις ιστορίες που έχουν εκτεθεί στα πέντε προηγούμενα
-και ήδη δημοσιευμένα κατά τη διάρκεια τής συγγραφής τους- διηγήματα.**
και η πολύσημη γλώσσα υποκαθίσταται από την άσημη σιωπή.
Όσο για την ιστορία τού Σελήμ, αυτή συμπεριλαμβάνει
όλες τις ιστορίες που έχουν εκτεθεί στα πέντε προηγούμενα
-και ήδη δημοσιευμένα κατά τη διάρκεια τής συγγραφής τους- διηγήματα.**
Μιχάλης Χρυσανθόπουλος, Γεώργιος Βιζυηνός. Μεταξύ φαντασίας και μνήμης (έκδ, Εστία, Αθήνα 1994, σσ. 131, 131-132, 132-133, 133-134, 134, 140, 140-141, 141). - Το motto εκ του ιδίου (ό.π., σ. 133 σημ, 8.). Και η κατακλείδα εκ του ιδίου (ό.π., σ. 141).