Σάββατο 16 Μαρτίου 2024

άσυλο των ενστίκτων


Το ποίημά του ο σαλός
-ώ τί παρηγοριά, τί φώς!-
γράφει και ξαναγράφει.*

ΔΑΚΡΥΟΠΟΝΤΗ

Ουσιαστικά κάθε ποίημα είναι μια δ α κ ρ υ ο π ο ν τ ή .   Δεν μιλώ για συγκινήσεις μελό, αλλά για κείνη την διάφανη ανάγκη -ασχημάτιστη γι' αυτό και διάφανη- που πηγάζει ανεξέλεγκτα απ' την καρδιά, ρέει ανεπαίσθητα στην άκρη τού νού ή τού ματιού και κουβαλώντας το φορτίο μιάς ζωής, εκβάλλει, παίρνοντας σχήμα πια καθορισμένο, άξιο πλέον και των άλλων τις καρδιές ν' αγγίξει, στού μελανιού που χρησιμοποιείς το χρώμα, επάνω στο λευκό χαρτί.

*

ΑΣΥΛΟ

Η ποίηση είναι
και άσυλο των ενστίκτων.
Εκεί αποτοξινώνονται
από τον εθισμό τους
να βλάπτουν τους ανθρώπους.

*

ΟΙ ΚΑΤΗΧΟΥΜΕΝΟΙ
-αφήγηση ονείρου-
εις μνήμην π. Ανανία Κουστένη

Όλα ξεκίνησαν σαν ένα απλό προσκύνημα. Ανάψαμε τα κεριά μας στο νάρθηκα και σταθήκαμε αμήχανοι. Μάς ξενάγησε για λίγο σκυφτός, σχεδόν σιωπηλός, το πιο πολύ δείχνοντας και ύστερα μόνος του προχώρησε στα ενδότερα εκείνος. Όπως έμπαινε, αίφνης ένα κατάλευκο φώς πανταχόθεν τον κυρίως χώρο αγλάϊσε του κατάμεστου ναού, που άλλαζε διαστάσεις διαρκώς και πλάταινε ώς τον πέρα αιώνα. Δεν υπήρχανε πια στασίδια, αλλά οι κερκίδες ενός σταδίου απέραντου!
[...]

*

ΤΟ ΟΝΤΩΣ ΤΑΞΕΙΔΙ ΕΝΤΟΣ
-εννέα τρίστιχα-

2.
Σίσυφος ήμουνα.
Στα ταξείδια κουβάλησα
τον βαρύ εαυτό μου.

Κάποιοι είπαν
-ένα αστείο είναι,
ένα παιχνίδι-
η ενθάδε terra incognita.
Άμα πατήσεις στην άβυσσο, χάνεις.
Πάς πίσω δέκα λαχτάρες
και ξαναρίχνεις**

Δ.Ε, Μαϊστράλης, Στην απόχη του άλλου βλέμματος (έκδ. Το Κοινόν των Ωραίων Τεχνών, Αθήνα 2023, σσ. 25, 50, 66. 57. - Το motto εκ του ιδίου από το ποίημα: «Κόσμος παράλληλος» (ό.π., σ. 24) κι η κατακλείδα πάλι του ιδίου από το ποίημα: «Τελευταία διάβαση» (ό.π., σ. 61)).

Τρίτη 12 Μαρτίου 2024

στην ταράτσα μετά από κάθε βροχή


Ω, ΑΘΩΟΤΗΣ, ΔΕΝ ΕΙΣΑΙ ΠΑΡΑ
Η ΧΑΜΕΝΗ ΘΑΛΠΩΡΗ


Η περιστρεφόμενη σκάλα
που ανέβαινα ήσουν,
στην ταράτσα μετά
από κάθε βροχή
.
Κι η χρυσοφόρα εκείνη
και πάντ' αναπάντεχη
κυριαρχία του ήλιου
ήσουν πάλι εσύ.

Τώρα, σ' ένα φέγγος ανήμπορο
κρύσταλλοι της σκεπής
στάζουν στην ερημιά
ενός κρυμμένου παιδιού.
Κι ό,τι από σένα διασώθηκε
παγώνει πιο πολύ...

Ώ, ποτέ, αθωότης, δεν έγινες
η γρηγορούσα συνείδηση
σ' αυτό το παιδεμένο κορμί!

*

Η ΑΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΚΑΘΟΔΟΥ


Τα σκαλοπάτια
μπαινοβγαίνουν στα πόδια σου.
Αν πάψεις ν' ανεβαίνεις,
θα βρεθείς αναπότρεπτα
στην πρώτη-πρώτη αρχή.

Το γόνατο λυγίζεις
παλεύοντας διαρκώς
το φόβο των ψευδαισθήσεων.

Όλα κινούνται ενάντια,
μοχθηρή γαρ η πραγματικότης.

Ιδού η Ρόδος,
ιδού και το πήδημα!
Άνοδος σε κατερχόμενη
κυλιόμενη κλίμακα.

Δ.Ε, Μαϊστράλης, Στην απόχη του άλλου βλέμματος (έκδ. Το Κοινόν των Ωραίων Τεχνών, Αθήνα 2023, σσ. 51, 53).

Παρασκευή 8 Μαρτίου 2024

τού 'λαχε ξεροκέφαλος πατέρας


ΜΠΟΥΦΑΛΟ ΜΠΙΛ

Ο Μπούφαλο Μπιλ
απεβίωσε.
Που τριγυρνούσε καβάλα σ' ένα
γυαλιστερό ασημένιο άτι.
Και χτυπούσε
έναδυοτριατεσσεραπέντεπεριστέρια μπάμ-μπάμ-
μπάμ-μπάμ-μπάμ
Θεέ μου.
Ήταν ωραίος άντρας.
Κι αυτό που θά' θελα να ξέρω είναι
σ' αρέσει το γαλανομάτικο τ' αγόρι σου
κύριε Θάνατε.
e.e. cummings

*

Η ΣΥΝΘΗΚΗ

Θα κάνω συνθήκη μαζί σου, Γουόλτ Γουΐτμαν.
Αρκετό καιρό σε σιχάθηκα.
Έρχομαι σε σένα σαν μεγάλο πια παιδί
που τού 'λαχε ξεροκέφαλος πατέρας.
Είμαι σε θέση τώρα πια να κάνω φίλους.
τώρα είναι καιρός για το ροκάνισμα.
Έχουμε τον ίδιο χυμό και την ίδια ρίζα.
Λοιπόν ας κάνουμε ειρήνη μεταξύ μας.
Ezra Pound

*

Ο ΤΙΤΛΟΣ

όπως στην «Απώλεια της παρθενίας» του Γκωγκέν
πόσο λίγη σχέση έχει με το θέμα:

Το γυμνό σώμα ολομόναχο, εκτός από το άγρυπνο
κυνηγόσκυλο, που το πόδι του ακουμπά στο ζεστό στήθος.

Εκεί ξαπλωμένη ανάσκελα σ' ένα ανοιχτό
χωράφι, με τα μέλη διπλωμένα ήσυχα. Όμως πόσο

ακριβώς με την έλλειψη σχέσεως ενισχύει τη δραστικότητα
και τη συναισθηματική αξιοπρέπεια του συνόλου.
William Carlos Williams

Νάσος Βαγενἀς, Η πτώση του ιπταμένου (έκδ. Στιγμή, Αθήνα 1989, σσ. 61, 36, 37).

Δευτέρα 4 Μαρτίου 2024

και το πότισα δάκρυα λατρείας


Ο Μ. Καραγάτσης έγραψε και το διήγημα «Ο άνθρωπος με το κανελί πανωφόρι» για τον Παπαδιαμάντη που πρωτοδημοσίευσαν τα ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ στις 25/11/1939. Ο συγγραφέας συναντά τον κυρ-Αλέξανδρο μες το σκοτάδι του δωματίου του στο νησί και τού εκμυστηρεύεται: « ήρθα (στη Σκιάθο) να ιδώ αυτόν τον κόσμο, τον ολόκληρο κόσμο, τον τόσο ζωντανό, που οι ιστορίες του, η ζωή του, οι καημοί του, μάγεψαν την εφηβική μου ψυχή».
«Και 'γω ήρθα να ξαναδώ όλους αυτούς. Μα δεν απάντησα κανένα…» τού λέει ο Παπαδιαμάντης κι άρχισαν οι δυο τους μπροστά στο ανοιχτό παράθυρο να 'τσαλαπατούν' το σήμερα… ώσπου:
«Η αυγή πρόβαλε πάνω απ' το πέλαγος της ανατολής χλωρορόδινη, ριγηλή, γαλήνια κι αγνότατη.»
Ο Καραγάτσης πρόσταξε τον Παπαδιαμάντη να φύγει κι εκείνος έφυγε.

«Έσμιξε ο ίσκιος του με τους άλλους ίσκιους, γίνηκε σκότος στο σκότος, και φως στο φως. Μόνο τα μάτια απόμειναν για λίγο, ασώματα και μετέωρα, σταλάζοντας δάκρυα που, ίσως, να ήταν η πρωινή δροσιά.

Και 'κει που στεκόταν, που ακουμπούσαν τα γέρικα πόδια του κύλησε κι έπεσε, στο ξανέμισμα τού πλάνου ισκερού κορμιού, το βαρύ ρούχο που τον σκέπαζε. Ένα κανελί παλτό, παλιό, ξεβαμμένο, τριμμένο, βρώμικο, λεκιασμένο κρασί, δυσώδες από αμαρτία και μυρωμένο αγνωμοσύνη, που όρμησα, τ' άρπαξα, τόσφιξα στην αγκαλιά μου, κλαίοντας και το πότισα δάκρυα απέραντης λατρείας»*

Γιώργος Σανίδας, «Ο Καραγάτσης για τον Παπαδιαμάντη», εν Χρονικά Δυτικής Μακεδονίας (τ.1043, Γρεβενά 17.11.2023, σ. 16).

Πέμπτη 29 Φεβρουαρίου 2024

ακόμα μια μέρα


Ο ΘΕΟΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΤΖΕΝΤΛΕΜΑΝ

Ο Θεός σηκώνεται κάθε πρωί
και λέει: «Ακόμα μια μέρα».

Ο Θεός κάθε μέρα πιάνει δουλειά
με κανονικό ωράριο.

Ο Θεός δεν είναι τζέντλεμαν. Γιατί ο Θεός
φοράει τη φόρμα του. Και λερώνεται
γρασσάροντας το γνωστό
μας σύμπαν. Καθώς
και πολλά άλλα σύμπαντα
που εκτός από Αυτόν
Carl Sandburg

*

PIZZICATO

Τώρα είναι το πράσινό σου φόρεμα
και τα ωραία σου πόδια που θυμάμαι.

Και την ξύλινη γέφυρα πάνω απ' το νερό.
Και τις πάπιες που προσπαθούσαν

να τραγουδήσουν
. Και τα ζεστά πουλιά
που κατέβαιναν απ' τα δέντρα.


Απ' όλα αυτά δεν μένει βέβαια τίποτα.
Τα δέντρα είναι κομμένα.

Η γέφυρα έχει γίνει πέτρινη.
Τα πόδια σου έχουν παχύνει.

Και μόνο οι πάπιες υψώνουν το λαιμό
και προσπαθούν ακόμα.

*

ΚΑΙΜΠΡΙΤΖ

[...]
Όπου ένα βροχερό πρωί με πέντε δεκάπεννα αγόρασα
το Περί Ύψους -η έκδοση του Hudson (Oxonii 1710)
και μια σκωροφαγωμένη χαλκογραφία του Coronelli:
«La piazza di Calamata»: Δυτικοί εναντίον Οθωμανών.

Η ξύλινη γέφυρα του Queen's· έργο του Νεύτωνα.
Χωρίς καρφιά ή βίδες (Τελικά άρχισε να σαπίζει.
Την έλυσαν και δεν μπορούσαν να την ξαναδέσουν.
Πρόοδος).

[...]
John Berryman

Νάσος Βαγενἀς, Η πτώση του ιπταμένου (έκδ. Στιγμή, Αθήνα 1989, σσ. 34, 35, 42-43. - To
KΑΙΜΠΡΙΤΖ φέρεται αυτοβιογραφικό ποίημα).

Κυριακή 25 Φεβρουαρίου 2024

μια μορφή γράφεται πάνω στο κύμα


ΜΟΝΟ ΤΟ ΕΛΑΧΙΣΤΟ ΘΑΥΜΑ

...ανάμεσα στο πρόσωπό σου και στο πρόσωπό σου
Γ. ΣΕΦΕΡΗΣ

Δεν είναι πολύ αυτό που ζητώ, μόνο το μικρό θαύμα στα
σιωπηλά λόγια των εραστών, ο τρόπος που θέλω
να σού μιλήσω ή να μού μιλήσεις απέχει ένα βήμα μόνο
απ' τις φωνές των αγγέλων που στάζουν αθόρυβα απ' τον
ουρανό

όταν γυρίζεις το κεφάλι κι αναρωτιέσαι ποιός σού μίλησε και
δεν βλέπεις κανέναν
παρά μόνο στα πόδια σου το ίδιο χωμάτινο μονοπάτι, τα
ξερά χόρτα, τη συκιά ολομόναχη στα χωράφι
και δίπλα σου η θάλασσα και πέρα από την ξερολιθιά το
βουνό.

Ή όταν περπατάς χαμένος σε μια ξένη πόλη νομίζοντας πως
άκουσες τη γλώσσα σου, τον χαιρετισμό
ενός φίλου, αδερφού σου κάποτε, που έχεις χρόνια να τον δείς
την ίδια παλιά φωνή, τη γελαστή και χαρούμενη, ίσως κάποτε
ελαφρά ειρωνική
κι όλα όσα είχες λησμονήσει έρχονται ξαφνικά μπροστά σου
στο γυμνό φώς του μεσημεριού και το αίμα βουΐζει στο
κεφάλι σου
και ξεχνάς τον προορισμό σου και τα σήματα της κυκλοφορίας
και τα κτίρια αρχίζουν να χορεύουν γύρω σου.

Ή όταν στην κορυφή του πάθους ανοίγεις μια στιγμή τα
μάτια για να κρατήσεις απεγνωσμένα την ανάσταση
κι ανάμεσα στο πρόσωπό της και το πρόσωπό της μια μορφή
γράφεται πάνω στο κύμα

ένα πρόσωπο που δεν το έχεις ξαναδεί όμως το γνώριζες
πάντοτε και θα το γνωρίζεις
κι ένα πέρασμα ανοίγει και μια φωνή που δεν είναι δική σου
ή δική μου ακούγεται και την αναγνωρίζουμε και τη λατρεύουμε
γιατί όπως ξέρεις ξέρω κι εγώ, αγαπημένη, ότι δεν είναι
η φωή μου αλλά η φωνή σου.

Δεν είναι πολύ αυτό που ζητώ, μόνο το ελάχιστο θαύμα, όμως
άνθρωποι όπως εμείς ταξιδεύουμε χρόνια και χρόνια
μέσα απ' το ίδιο βρώμικο μονοπάτι, την ίδια πόλη, τα ίδια
ρημαγμένα κρεβάτια
ξένοι στον τόπο μας χωρίς ν' αναγνωρίζουμε τη φωνή των
δικών μας ανθρώπων
πώς να μπορέσει να μιλήσει κανείς με τους αγγέλους ή με
τους φίλους που έχουν πεθάνει
δεν λέω να μιλήσει τη γλώσσα της αγάπης, κάτι τέτοιο θα
ήταν πάρα πολύ.
Richard Burns

Νάσος Βαγενἀς, Η πτώση του ιπταμένου (έκδ. Στιγμή, Αθήνα 1989, σσ. 20-21).